Πέμπτη 1 Μαΐου 2008

Στη σκιά της Πρωτομαγιάς




















04:00-06:00 θαμπό σκοτάδι
στο βάθος η πόλη του Ανδριανού
κρυμμένη στην ομίχλη
με δυο φωτεινά σπαθιά
να τρυπούν την ορθόδοξη πέτσα μου

η υγρασία λιπαίνει κάθε πόρο του κορμιού μου
δαγκώνομαι στου όπλου μου το ρύγχος
ένας πνιγμένος ήχος ξεγλιστρά κάθε τόσο
μέσα από τα σφιγμένα δόντια
πένθιμη αντανάκλαση της σιωπής

βλέπω την ανάσα μου
που παγώνει στο τρύπιο τζάμι
ονειρεύομαι μια αγκαλιά
σαν βρέφος να λιώσω στο ζεστό στήθος της μάνας μου
κάτω από τη γλυκιά ματιά του πατέρα μου

μου λείπει κι ένα φιλί
γρήγορο, μάταιο, άνοστο, ψεύτικο
αρκεί να ακουμπήσει πάνω μου
όπως οι πρώτες ακτίνες του ήλιου
που σβήνουν βασανιστικά αυτή τη νύχτα

ξημερώνει μια Πρωτομαγιά
δίχως λουλούδια
δίχως αγκαλιά
δίχως φιλί
δίχως προηγούμενο



3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πάντως, αν συνεχίσεις έτσι, ένα είναι σίγουρο: όταν απολυθείς πας για δημοσίευση ανθολογίας (τόμου) ποιημάτων... άντε, και καλές πωλήσεις!!

Ανώνυμος είπε...

Το καλύτερο μέχρι τώρα
Περιμένω πλέον και κάποιες σκέψεις σχετικά με την επίδραση του στρατού και εν γένει τέτοιων εμπειριών στην απελευθέρωση της ποιητικής σου φλέβας

Ανώνυμος είπε...

Κοίτα να κατοχυρώσεις τα πνευματικα σου δικαιώματα γιατι μέχρι να τελειώσεις με το φανταρικό θα τα βρεις σε κανένα ράφι βιβλιοπωλείου να τα έχει εκδόσει κανένας άσχετος... Βρε κρυμμένα ταλέντα που βγάζει ο στρατός ;-)